aiguille des heures
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
aiguille des heures | aiguilles des heures |
aiguille des heures (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
aiguille des heures | aiguilles des heures |
aiguille des heures (fr) θηλυκό