akiri

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
akiri < akir- + -i
ρήμα akiri
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας akiras akiranta akirata
αόριστος akiris akirinta akirita
μέλλοντας akiros akironta akirota
υποθετική akirus - -
προστακτική akiru - -

akiri (eo)