aléser
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]aléser (fr)
- (τεχνολογία) εξομαλύνω την εσωτερική επιφάνεια ενός αντικειμένου που υπέστη διάτρηση
- (κατ’ επέκταση) αυξάνω την διάμετρο ενός σωλήνα