albordiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ρήμα albordiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας albordiĝas albordiĝanta albordiĝata
αόριστος albordiĝis albordiĝinta albordiĝita
μέλλοντας albordiĝos albordiĝonta albordiĝota
υποθετική albordiĝus - -
προστακτική albordiĝu - -

albordiĝi (eo)