all by oneself
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]all by oneself (en)
- (ιδιωματισμός) άλλη μορφή του by oneself
- ↪ He was sitting all by himself.
- Καθόταν μόνος του.
- ↪ He was sitting all by himself.