alternateur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
alternateur alternateurs

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

alternateur (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη alterner