anagrammatique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
anagrammatique | anagrammatiques |
Επίθετο
[επεξεργασία]anagrammatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
anagrammatique | anagrammatiques |
anagrammatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό