antigravifique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
antigravifique | antigravifiques |
Επίθετο
[επεξεργασία]antigravifique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- σχετικός με την αντιβαρύτητα
ενικός | πληθυντικός |
antigravifique | antigravifiques |
antigravifique (fr) αρσενικό ή θηλυκό