arrival

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
arrival < arriv(e) + -al

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /əˈɹaɪ.vəl/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
arrival arrivals

arrival (en)

  • η άφιξη, ο ερχομός
    The arrival of swallows means that spring has come.
    Ο ερχομός των χελιδονιών σημαίνει πως έφτασε η άνοιξη.

Εκφράσεις

[επεξεργασία]