aubade

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
aubade < albade < προβηγκιανή aubada > aube, αυγή, χαραυγή

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /o.bad/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
aubade aubades

aubade (fr) θηλυκό

  1. μουσική που παίζει κάποιος, νωρίς το πρωί, κάτω από το παράθυρο της αγαπημένης του
    donner une aubade

Αντώνυμα

[επεξεργασία]