autel

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Autel
      ενικός         πληθυντικός  
autel autels

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
autel < παλαιά γαλλική alter

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /o.tɛl/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

autel (fr) αρσενικό