ball

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
ball balls

ball (en)

  1. η μπάλα
  2. το κουβάρι
    a ball of wool - ένα κουβάρι μαλλί
  3. η χοροεσπερίδα

Σύνθετα

[επεξεργασία]



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ball (da)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ball (no)