baraque

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
baraque < καταλανική barraca (καλύβα)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ba.ʁak/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
baraque baraques

baraque (fr) θηλυκό


→ δείτε τη λέξη baraquement