barometer

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Barometer

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
barometer barometers

barometer (en)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer (af)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer (da)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer (id)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer (nn)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer (no)



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer (nl)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer (sk)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer (sl)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barometer (sv)