bobo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
bobo, ονοματοποιία

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bo.bo/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
bobo bobos

bobo (fr) αρσενικό

παιδική λέξη

  1. ο πόνος
  2. η μικρή πληγή


Επίθετο

[επεξεργασία]

bobo (es)