brokułowy
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]brokułowy < brokuł
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /brɔkuˈwɔvɨ/
- ⓘ
Επίθετο
[επεξεργασία]brokułowy (pl)
- που έχει σχέση ή αναφέρεται στο μπρόκολο
Κλίση
[επεξεργασία] Κλίση του επιθέτου brokułowy στα πολωνικά