build-up
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
build-up | build-ups |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]build-up (en)
- άλλη μορφή του buildup
ενικός | πληθυντικός |
build-up | build-ups |
build-up (en)