bulaşık makinesi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
bulaşık makinesi < bulaşık («τα πιάτα», που πρέπει «να γίνουν», να πλυθούν) + makine (μηχανή) (η μηχανή/συσκευή που «κάνει [καθαρίζει, πλένει] τα πιάτα»)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /buɫɑˈʃɯk mɑcinɛˈsi/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

bulaşık makinesi (tr)