câblage

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
câblage < câbler + -age

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kɑ.blaʒ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

câblage (fr) θηλυκό

  1. (τεχνολογία) η σύνδεση των διάφορων στοιχείων μιας συσκευής· το σύνολο των συνδέσεων
  2. κατασκευή ενός καλωδίου· το στρίψιμο των συρμάτων ενός καλωδίου
  3. η διαβίβαση μιας είδησης
  4. η τοποθέτηση καλωδίων (σε μια πόλη, περιοχή...)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]