catastrophique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

catastrophique < → δείτε τις λέξεις catastrophe και -ique

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ka.ta.stʁɔ.fik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
catastrophique catastrophiques

catastrophique (fr) αρσενικό ή θηλυκό