celibate
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες. Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού. |
προσοχή ΟΧΙ sibilate
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επίθετο και Ουσιαστικό
[επεξεργασία]celibate (en)
- άγαμος· συνήθως για θρησκευτικούς λόγους