cenacle

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
cenacle < λατινική cenaculum < ceno

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

cenacle (en)

  1. τραπεζαρία, ιδίως στον πάνω όροφο ενός σπιτιού (όπως στον Μυστικό Δείπνο)
  2. εντευκτήριο
  3. συγκέντρωση διαφόρων ειδικών σε κάποιον τομέα
     συνώνυμα: clique