chouille

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
chouille chouilles

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

chouille (fr) θηλυκό

Εκφράσεις

[επεξεργασία]