chronologie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- chronologie < χρονολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
chronologie | chronologies |
chronologie (fr) θηλυκό
Δείτε επίσης : Chronologie |
ενικός | πληθυντικός |
chronologie | chronologies |
chronologie (fr) θηλυκό