chronophage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
chronophage | chronophages |
Επίθετο
[επεξεργασία]chronophage (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
chronophage | chronophages |
chronophage (fr) αρσενικό ή θηλυκό