circonstance
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
circonstance | circonstances |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
circonstance (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
circonstance | circonstances |
circonstance (fr) θηλυκό