clédomancie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
clédomancie clédomancies

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

clédomancie (fr) θηλυκό

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]