clandé

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
clandé, συντόμευση της λέξης clandestin

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /klɑ̃.de/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
clandé clandés

clandé (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]