coït interrompu

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
→ δείτε τη λέξη  coït και interrompu

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

coït interrompu (fr) αρσενικό