col-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πρόθημα

[επεξεργασία]

col- (la)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

και δείτε



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
col- < cum

Πρόθημα

[επεξεργασία]

col- (la)

  • άλλη μορφή του con- πριν από λέξεις που αρχίζουν από l
    λατινικό πρόθημα με το οποίο σχηματίζονται πολλές λατινικές λέξεις και αποκτούν τη σημασία του μαζί, από κοινού

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

και δείτε