come into play

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Έκφραση[επεξεργασία]

come into play (en)

  • το να εφαρμόζω κάτι στην πράξη
  • το να ισχύει πλέον κάτι, το να παίζει ρόλο, το να επιδρά

Δείτε επίσης[επεξεργασία]