communiste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /kɔ.my.nist/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
communiste | communistes |
communiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
communiste | communistes |
communiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- ο κομουνιστής και o κομμουνιστής, η κομμουνίστρια και η κομουνίστρια