comte
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
comte | comtes |
comte (fr) αρσενικό (θηλυκό comtesse)
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Στη γαλλική και στη βελγική αριστοκρατία, ο κόμης είναι ανώτερος του υποκόμητα και κατώτερος του μαρκησίου.