conceptualisation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
conceptualisation | conceptualisations |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]conceptualisation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
conceptualisation | conceptualisations |
conceptualisation (fr) θηλυκό