constituent
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]constituent (en)
- συστατικός
- που αφορά εκλογική περιφέρεια
- που αφορά την εκλογική περιφέρεια στην οποία εκλέχτηκες ή ψηφίζεις
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]constituent (en)