convocation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
convocation convocations

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

convocation (en) (επίσημο)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

convocation (fr) θηλυκό