croitre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: croître

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kʁwatʁ/

croitre (fr) (ορθογραφία του 1990)

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]
  • croitre (παραδοσιακή ορθογραφία)

Συγγενικά

[επεξεργασία]