défileuse

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
défileuse < défiler

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
défileuse défileuses

défileuse (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]