déjà-vu

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
déjà-vu → δείτε τις λέξεις déjà και vu

Επίθετο

[επεξεργασία]

déjà-vu (fr) άκλιτο

  1. λέγεται για κάτι που προϋπήρχε αλλά εμφανίζεται ως νεωτερισμός
  2. ντεζά βι