diacre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
diacre diacres

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

diacre (fr) αρσενικό