diagramme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
diagramme diagrammes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

diagramme (fr) αρσενικό