dirigeant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- dirigeant < diriger
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | dirigeant | dirigeants |
θηλυκό | dirigeante | dirigeantes |
dirigeant (fr)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | dirigeant | dirigeants |
θηλυκό | dirigeante | dirigeantes |
dirigeant (fr)