discutable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
discutable discutables

Επίθετο

[επεξεργασία]

discutable (fr) αρσενικό ή θηλυκό