dissentient
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- dissentient < λατινική dissentiens
Επίθετο
[επεξεργασία]dissentient (en)
- αντίθετος με την κοινή πεποίθηση
dissentient (en)