dither

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈdɪðə/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

dither (en)

  1. είμαι αναποφάσιστος, διστάζω, αμφιταλαντεύομαι
  2. (μουσική τεχνολογία) προσθέτω dithering· επιθυμητό θόρυβο ώστε να καλύψω τον ασυνεχή/σπαστό/μη μουσικό/διακεκομμένο θόρυβο χαμηλών βαθμίδων

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

είμαι αναποφάσιστος

ανεπίσημα