draguer

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /dʁa.ɡe/

draguer (fr)

  1. ψαρεύω κοχύλια με γαγγάμη
  2. βυθοκορώ
  3. (ναυτιλία, για άγκυρα) ξύνω τον πυθμένα χωρίς να πιάνομαι κάπου
  4. βγάζω τις νάρκες από έναν τόπο
  5. (οικείο) κάνω καμάκι, κορτάρω

Συγγενικά

[επεξεργασία]