dufoje

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
dufoje < du + foj- + -e

Επίρρημα

[επεξεργασία]

dufoje (eo)

mi dufoje vidis lin - τον είδα δυο φορές