dystocia
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- dystocia < αρχαία ελληνική δυστοκία < δυσ- + τόκος < τίκτω
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
dystocia (en)
dystocia (en)