elephant

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: éléphant

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
elephant elephants

elephant (en)