elf

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
An elf drawn by Piedachu Peris

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

elf (en)

  • ξωτικό, μυθικό υπερφυσικό πλάσμα που μοιάζει με άνθρωπο χωρίς να είναι



      ενικός         πληθυντικός  
elf elfs

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

elf (fr) αρσενικό



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Αριθμητικό

[επεξεργασία]

elf (de)



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Αριθμητικό

[επεξεργασία]

elf (nl)